Τα τρία κουδούνια χτυπούν. Τα φώτα κλείνουν. Στη μέση της σκηνής αυτή η μορφή που είδα και στο προωθητικό υλικό κάθεται πάνω σε ένα σκαμπό. Πετάγονται τα μπούτια της, οι γάμπες της, δύο τεράστια καρούμπαλα στο κεφάλι της και ένας τεράστιος κώλος που στο δεξί κωλομέρι γράφει «ΔΕΞΙ». Κάτι έγραφε και στο αριστερό αλλά δεν φαινόταν καλά. Φορούσε ασημένια τακούνια και ήταν καλυμμένη με καλσόν. Πόσο παραποιεί αυτό το πράγμα τα χαρακτηριστικά του προσώπου! Κάνει ακόμα και το πιο αγγελικό πρόσωπο να μοιάζει άσχημο, ξένο και σιχαμένο. Το καλσόν καλύπτει το στόμα της μορφής και τα μόνα που βγαίνουν από το στόμα της είναι περίεργοι ήχοι. Όσο κάνει διάφορα όπως να με ζαλίζει με το ανοιγόκλειμα των φώτων ή τους εκκωφαντικούς ήχους που τα ηχεία του πρώην σινεμά νυν θεάτρου έκαναν ακόμη πιο ενοχλητικούς, προσπαθεί να μας μιλήσει σε μία γλώσσα μεταξύ ακαταλαβίστικων γαλλικών ελληνικών και γενικά ήχων που κανένας δεν καταλαβαίνει. Παρόλα αυτά αρκετοί γελούν στο κοινό.
Η μόνη συντροφιά του πλάσματος αυτού μία προτομή, η οποία παρακολουθεί σε ένα λάπτοπ κάτι και η μορφή αγαπησιάρικα το αγκαλιάζει και για λίγο ηρεμεί. Όχι για πολύ. Πάει να ξυριστεί με ένα κοπίδι. Αρχίζει και κόβει με ευχαρίστηση το κομμάτι του καλσόν που είναι μπροστά από το στόμα του, προκαλώντας σε εμάς το άγχος που προκαλείται όταν κάποιος παίζει με αιχμηρά αντικείμενα. Όταν τα καταφέρνει και εμείς γεμίζουμε ελπίδα ότι επιτέλους θα το καταλάβουμε, ένα νέο καλσόν του καλύπτει το στόμα και οι κραυγές του θυμίζουν τις προηγούμενες που δεν καταλάβαμε τι σήμαιναν.
Κραυγάζει σαν λύκος στον πλανήτη, βάζει τη μάσκα με κούρεμα και μουστάκι που μας θυμίζει το Τρίτο Ράιχ. Βγάζει τη μάσκα, ακούει σκυλάδικα από μακριά, στα οποία θέλει να έρθει πιο κοντά αλλά δεν μπορεί. Τρελαίνεται. Είναι μόνο.
Είναι μόνο όπως εμείς. Όπως ο μικρός πρίγκηπας, χωρίς λουλούδι να του μιλάει. Μόνο του όπως η Jeanne Dielman. Προσπαθεί με πράξεις καθημερινές να καταφέρει να αντέξει την ύπαρξη. Να καταφέρει να απελευθερωθεί. Μπορεί όμως μόνο του; Μπορεί να το καταφέρει όταν δεν σχετίζεται με άλλα πλάσματα; Υπάρχουν άλλα πλάσματα εκεί που βρίσκεται ή επίτηδες επέλεξε να αποκοπεί; Οι πράξεις του δεν λένε αυτό.
Οι κοινωνίες μας έτσι όπως έχουν δομηθεί, μας καθιστούν τέτοια πλάσματα. Μας έχουν πάρει τη μιλιά, τη συντροφιά και τα ψάχνουμε στα υλικά, αυτά που δεν μιλούν πίσω παρά μας δίνουν την ψευδαίσθηση μιας παρέας που επειδή νιώθουμε ότι μας ακούει, νιώθουμε ότι μας αγαπάει κιόλας.
Κι όμως παλεύουμε. Το πλάσμα κάνει ό,τι μπορεί για να βγει από αυτή την κατάσταση. Να βγάλει τη μάσκα, να μας μεταφέρει την τρέλα που το διατρέχει και να την κάνει κομμάτι του διαλόγου του μαζί μας. Κι εμείς ίσως απαντήσουμε. Ίσως δούμε τους εαυτούς μας σε αυτό. Ίσως κουρνιάσουμε μαζί του, έτσι για λίγο. Μέχρι να μπορέσουμε και όπως αυτό, παλέψουμε να απαλλαγούμε από όσα μας κρύβουν, φοβίζουν και καταπιέζουν: τις μάσκες, αυτά που κλείνουν το στόμα, τα καλσόν, οτιδήποτε.